Έρευνα WSL: Γιατί η βιοποικιλότητα ενισχύεται μετά από τις πυρκαγιές και σπάνια είδη κατακτούν τα καμένα δάση;

Έχουν περάσει 20 χρόνια από όταν ξέσπασε μια από τις μεγαλύτερες δασικές πυρκαγιές στην Ελβετία, καταστρέφοντας 300 εκτάρια δάσους με περίπου 200.00 δέντρα στο Λόικ του καντονιού Βαλέ στα νοτιοδυτικά της χώρας, τον Αύγουστο του 2003.

Λίγο αργότερα όμως, μια εντυπωσιακή ποικιλία ειδών αναπτύχθηκε εκεί. Νέα φυτά και έντομα αποίκησαν την καμένη περιοχή. «Ορισμένα είδη εγκαθίστανται σύντομα και μετά από λίγα μόλις χρόνια η βιοποικιλότητα της καμένης περιοχής ξεπερνά εκείνη του πρώην δάσους».

Αυτό ήταν το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε το Ομοσπονδιακό Ερευνητικό Ινστιτούτο Έρευνας Δασών, Χιονιού και Τοπίου (WSL) της Ελβετίας, το οποίο ερευνά επί 20 χρόνια την δυναμική της αναγέννησης των καμένων δασών,έχοντας ως στόχο να συμβάλει στη δασοκομική πρακτική και στην προστασία της φύσης.

Όταν τα δάση καίγονται, η χλωρίδα και η πανίδα καταστρέφονται, αλλά πόσο μοιραίες είναι τέτοιες πυρκαγιές; «Καταρχάς, προκαλούνται τεράστιες ζημιές, αυτό είναι ξεκάθαρο: το προστατευτικό ή το παραγωγικό δάσος θα χαθεί», αλλά «τα οικοσυστήματα έχουν ανθεκτικότητα, πράγμα που σημαίνει ότι αργά ή γρήγορα μπορούν να ανακάμψουν. Η αλλαγή τις επόμενες δεκαετίες μπορεί να εκπλήξει, αφού η ποικιλομορφία τους ξεπερνά αυτήν του προηγούμενου δάσους.

Μετά από έναν τέτοιο τραυματισμό της φύσης, στην καμένη πλέον επιφάνεια του εδάφους επικρατούν εντελώς διαφορετικές συνθήκες από ό,τι πριν στο σκιερό και πυκνό δάσος των κωνοφόρων. Για πολλά είδη, γεννιέται έτσι ένας κατάλληλος, συχνά τεράστιος, βιότοπος. Άλλα είδη επωφελούνται από τα νεοφερμένα και δημιουργείται μια εξαιρετικά εντυπωσιακή τροφική πυραμίδα η οποία όμως σταδιακά εξαφανίζεται με την αναδάσωση», εξήγησε ο Τόμας Βόλγκεμουτ, δασικός οικολόγος του WSL στην ελβετική ραδιοτηλεόραση (SRF).


Photo: Eftodii Aurelia/Pexels
Photo: Eftodii Aurelia/Pexels

Αυτό συμβαίνει διότι η καύση του στρώματος του χούμου (της οργανικής ύλης πάνω ή μέσα στο έδαφος) παράγει τέφρα και αυξάνει την τιμή του pH. Βραχυπρόθεσμα, περισσότερα θρεπτικά συστατικά είναι διαθέσιμα για τα νεοαφιχθέντα φυτά. Τα έντομα, τα σκαθάρια, οι ακρίδες, οι αράχνες και οι μέλισσες επωφελούνται από τη θάλασσα των λουλουδιών και από τα χόρτα που φυτρώνουν. «Πρόκειται για μια συναρπαστική διαδικασία ανάπτυξης μιας μεγαλύτερης βιοποικιλότητας. Σπάνια ή θεωρούμενα ως εξαφανισθέντα είδη κατακτούν τις γυμνές περιοχές. Από αυτήν την άποψη, μια δασική πυρκαγιά -παρά τις καταστροφικές συνέπειές της- είναι ένας εμπλουτισμός για τη φύση», συμπλήρωσε ο Βόλγκεμουτ.

Όλα αυτά δεν αποτελούν απλώς θεωρία. Στο Λόικ, για παράδειγμα, αρχικά αναπτύχθηκαν πολλά ποώδη φυτά, στη συνέχεια άρχισαν να κυριαρχούν τα χόρτα στην καμένη περιοχή και αναπτύχθηκαν είδη που προηγουμένως δύσκολα μπορούσαν να επιβιώσουν. Τα λεγόμενα πυρόφιλα φυτά, όπως το «επιλόβιο» (Epilobium) και η «Ίσατις η Βαφική» (Isatis tinctoria), των οποίων οι σπόροι μεταφέρονται από τον άνεμο, εξαπλώνονται γρήγορα στις καμένες περιοχές. Οι ερευνητές του WSL εντόπισαν μεταξύ άλλων και το θεωρούμενο ως εξαφανισμένο σπανάκι φράουλα (Blitum virgatum), του οποίου τα φύλλα είναι βρώσιμα, όπως και οι κόκκινοι καρποί του. Το θαμνώδες αυτό φυτό εμφανίστηκε μαζικά δύο μόλις χρόνια μετά την πυρκαγιά. Οι σπόροι είχαν προφανώς αντέξει στο έδαφος και στη συνέχεια βρήκαν την κατάλληλη στιγμή για να βλαστήσουν.

«Οι πυρκαγιές απελευθερώνουν τρόπον τινά το δυναμικό της βιοποικιλότητας μιας περιοχής», εξήγησε ο Βόλγκεμουτ στην ελβετική ραδιοτηλεόραση. Δέντρα όπως η λεύκα, η ιτιά και η σημύδα εξαπλώθηκαν και αυτά γρήγορα. Το παράδειγμα του Λόικ δείχνει επίσης ότι οι χνοώδεις δρύες / βελανιδιές (Quercus pubescens) και η λάριξ (Larix), το αγριόπευκο, αναβιώνουν πολύ καλύτερα σε σχέση με την δασική πεύκη και τα έλατα.


Photo: robin Billy/Unsplash
Photo: robin Billy/Unsplash

Επομένως, μόλις δέκα χρόνια μετά την καταστροφή στο Λόικ, η ποικιλομορφία των ειδών ήταν σημαντικά μεγαλύτερη από ό,τι στο διασωθέν γειτονικό μικτό δάσος κωνοφόρων. Στην καμένη περιοχή βρέθηκαν, επίσης, εννέα φορές περισσότερα -και μάλιστα απειλούμενα με εξαφάνιση- είδη εντόμων από ό,τι στο γειτονικό δάσος που δεν κάηκε: άγριες μέλισσες, ακρίδες και σημαντικοί άποικοι νεκρού ξύλου όπως το σκαθάρι «Sericoda quadripunctatum», το οποίο τρέφεται με έντομα που ζουν κάτω από απανθρακωμένο φλοιό. «Αυτό είναι ίσως το ελαφρώς θετικό μήνυμα των πύρινων καταστροφών: Η βιοποικιλότητα στις περιοχές της πυρκαγιάς είναι σημαντικά υψηλότερη από ό,τι στο παρακείμενο άθικτο δάσος», σύμφωνα με τα προσφάτως δημοσιευθέντα συμπεράσματα του WSL.

«Το θετικό αυτό συμπέρασμα δεν πρέπει όμως να μας επαναπαύει, διότι πρέπει να περιμένουμε πολύ για να γίνει το δάσος όπως ήταν πριν τις πυρκαγιές. Μπορεί να χρειαστούν αρκετές δεκαετίες», όπως τονίζουν ο Βόλγκεμουτ και οι συνεργάτες του στα συμπεράσματά τους. Σε αυτά κάθε άλλο παρά θέλησαν να ωραιοποιήσουν τις πυρκαγιές, αφού λόγω της έλλειψης προστασίας από τα δάση εγκυμονούνται αυξημένοι κίνδυνοι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εκτός των άλλων, αυξάνουν τον κίνδυνο διάβρωσης του εδάφους και των κατολισθήσεων με μοιραίες συνέπειες για τους οικισμούς και τους δρόμους. Κατά ευτυχή συγκυρία πάντως, δεν έπεσε κάποια δυνατή βροχή στο Λόικ μετά την πυρκαγιά του 2003.

Τα ερωτήματα που θα απασχολήσουν για πολύ καιρό ακόμα τους ερευνητές του ελβετικού ερευνητικού ινστιτούτου WSL έχουν να κάνουν με το ποια φυτά και ζώα μπορούν να αποικήσουν την καμένη γη και ποια δέντρα θα φυτρώσουν σε καμένα δάση. Ιδιαίτερα επειδή η ικανότητα της φύσης να αναγεννάται μετά από πυρκαγιές γίνεται όλο και πιο σημαντική λόγω της κλιματικής αλλαγής και στην Κεντρική Ευρώπη.


Με πληροφορίες από ΑΠΕ – ΜΠΕ


Ακολουθήστε το pet-in.gr στο Facebook, στο Instagram και το Google News

 

Σχετικά Άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ