Οι σκύλοι είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στην ανθρώπινη συμπεριφορά και μας αξιολογούν χρησιμοποιώντας τις άμεσες εμπειρίες τους, καθώς και από την οπτική γωνία τρίτων. Δίνουν προσοχή σε διάφορες πτυχές των πράξεών μας και κρίνουν, για παράδειγμα, τις κοινωνικές και τις εγωιστικές πράξεις. Ωστόσο, δεν είναι σαφές εάν οι σκύλοι είναι σε θέση να κρίνουν την ανθρώπινη ικανότητα.
Προκειμένου να διερευνηθεί το συγκεκριμένο ζήτημα, διενεργήθηκε μια μελέτη στην οποία παρουσιάστηκαν σε σκύλους δύο πειραματιστές που χειρίζονταν ένα διαφανές δοχείο: ο ένας ήταν ικανός να αφαιρέσει το καπάκι για να βγάλει ένα αντικείμενο από το δοχείο, δηλαδή αναπαριστούσε το “ικανό άτομο”, ενώ ο άλλος δεν είχε επιτυχία σε αυτήν την εργασία, προσποιούταν δηλαδή το “ανίκανο άτομο”. Αφού οι πειραματιστές έδειξαν τις ενέργειές τους, δύο φορές και με διαφορετικά δοχεία, και οι δύο προσπάθησαν ταυτόχρονα να ανοίξουν ένα τρίτο δοχείο, το οποίο περιείχε τροφή (περίπτωση δοχείου με τροφή, 30 σκύλοι) ή ήταν άδειο (περίπτωση κενού δοχείου, 30 σκύλοι). Τα σκυλιά, στην περίπτωση που το δοχείο περιείχε τροφή, κοιτούσαν το “ικανό άτομο” περισσότερο από το “ανίκανο”, και ιδιαίτερα τα θηλυκά σκυλιά ήταν πιο πιθανό να πλησιάσουν το “ικανό άτομο”.
Αντίθετα, στην περίπτωση που το δοχείο ήταν άδειο, οι σκύλοι δεν έδειξαν κάποια προτίμηση. Υποδηλώνεται, συνεπώς, ότι οι σκύλοι είναι ικανοί να αναγνωρίσουν τα διαφορετικά επίπεδα ικανοτήτων στους ανθρώπους, καθώς και ότι αυτή η ικανότητα επηρεάζει τη συμπεριφορά τους, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της πρώτης περίπτωσης (δοχείο με τροφή). Τα δεδομένα, επίσης, υποδεικνύουν ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στις πιθανές διαφορές λόγω φύλου, αναφορικά με τις ικανότητες κοινωνικής αξιολόγησης των σκύλων.
Μεθοδολογία
Για τους σκοπούς της μελέτης, η οποία πραγματοποιήθηκε το Σεπτέμβριο του 2022 απο ερευνητές του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Κιότο, σε συνεργασία με ερευνητές απο το Σύλλογο Προαγωγής της Επιστήμης του Τόκιο στην Ιαπωνία, επιστρατεύτηκαν 74 κατοικίδια σκυλιά, 43 θηλυκά και 31 αρσενικά. Οι σκύλοι ανήκαν σε διάφορες ράτσες, ενώ αναφορικα με την ηλικία τους, αυτή ήταν απο 5 μηνών έως και 14 ετών, διαμορφώνοντας το μέσο όρο ηλικίας των σκύλων που συμμετείχαν στην έρευνα στα 6,11 έτη. Το πλήθος χωρίστηκε τυχαία σε δύο ομάδες, κάθε μία απο τις οποίες αποτελείτο απο 37 σκύλους. Η πρώτη ομάδα συμμετείχε στην περίπτωση του κενού δοχείου, ενώ η δεύτερη στην περίπτωση που το δοχείο περιείχε τροφή.
Κατά την επίδειξη, ο πειραματιστής αφού είχε πιάσει στα χέρια του το διαφανές δοχείο απο ένα καλάθι, το κουνούσε για να τραβήξει την προσοχή του σκύλου, και στη συνέχεια επιχειρούσε να το ανοίξει. Στην περίπτωση που παρίστανε το ικανό άτομο, αφαιρούσε το καπάκι του δοχείου σε χρονικό διάστημα 2 δευτερολέπτων, και στη συνέχεια τοποθετούσε το δοχείο και το καπάκι στο πάτωμα ξεχωριστά, έδειχνε στο σκύλο το αντικείμενο που αφαιρέθηκε και ύστερα το τοποθετούσε πάνω στο καπάκι. Έπειτα, τοποθετούσε τα χέρια του στα γόνατά του, κοιτώντας το πάτωμα και περιμένοντας τον επόμενο πειραματιστή να κάνει την επίδειξή του.
Στην περίπτωση που παρίστανε το ανίκανο άτομο, ο πειραματιστής έπαιρνε στα χέρια του το δοχείο απο το καλάθι και προσποιούταν ότι προσπαθεί να το ανοίξει για μία χρονική διάρκεια 5 δευτερολέπτων, μία προσπάθεια που την έκανε να φαίνεται μάταια, ενώ ύστερα τοποθετούσε το δοχείο μαζί με το καπάκι, που φαινομενικά δεν είχε καταφέρει να ανοίξει, στο πάτωμα. Μετά την πρώτη επίδειξη, έπιαναν ένα δεύτερο δοχείο στα χέρια τους, το οποίο προσπαθούσαν ξανά να ανοίξουν.
Για τη διατήρηση της αντικειμενικότητας, οι ηθοποιοί δεν κοιτούσαν τους σκύλους κατά τη διάρκεια της επίδειξης, παρά μόνο το δοχείο που κρατούσαν στα χέρια τους και το αντικείμενο. Επίσης, εκτελούσαν τις κινήσεις τους αλλάζοντας θέση, δεξιά ή αριστερά στο οπτικό πεδίο του σκύλου, καθώς και τη σειρά του “ικανού” και του “ανίκανου” ατόμου για κάθε σκύλο.
Δύο δευτερόλεπτα μετά το πέρας της δεύτερης επίδειξης του δεύτερου πειραματιστή, ένα νέο άτομο προσέγγιζε τους ηθοποιούς και τους έδινε δύο νέα διαφανή δοχεία, ένα εκ των οποίων περιείχε τροφή και το άλλο ήταν άδειο.
Τα αποτελέσματα της έρευνας
Τα σκυλιά κοιτούσαν το “ικανό άτομο” πιο συχνά στην περίπτωση που το δοχείο περιείχε τροφή απ’ ότι σ’ εκείνη που ήταν άδειο. Επιπλέον, το χρονικό διάστημα για το οποίο τα σκυλιά κοιτούσαν το “ικανό άτομο” ήταν μεγαλύτερο στα θηλυκά σκυλιά, σε σχέση με τα αρσενικά.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι για τους αρσενικούς σκύλους δε φάνηκε να υπάρχει κάποια προτίμηση για το “ικανό” ή για το “ανίκανο” άτομο, είτε στην περίπτωση του άδειου δοχείου, είτε σε εκείνη που το δοχείο περιείχε τροφή, ενώ αυτό παρατηρήθηκε στους θηλυκούς σκύλους μόνο στην περίπτωση του άδειου δοχείου. Ουσιαστικά, δηλαδή, τα αρσενικά δε φάνηκε να νοιάζονται για την ικανότητα του ατόμου, ακόμη κι όταν υπήρχε τροφή εντός του δοχείου, εν αντιθέσει με τα θηλυκά που έδειχναν εμφανή προτίμηση στο “ικανό άτομο” στην περίπτωση του δοχείου με τροφή.
Δεν είναι η πρώτη φορά
Δεν είναι η πρώτη φορά που τα αποτελέσματα μιας έρευνας σε σκύλους διαφέρουν ανάλογα με το φύλο. Σε μία προσπάθεια να εξηγήσουμε συνοπτικά την όποια διαφορά, εκείνη είναι συνήθως αυτή που εντοπίζεται και στη συγκεκριμένη μελέτη: ότι οι θηλυκοί σκύλοι φαίνεται να νοιάζονται περισσότερο για κάποιες συγκεκριμένες καταστάσεις, δραστηριότητες ή άτομα, σε σχέση με τους αρσενικούς σκύλους, οι οποίοι, ως επί το πλείστον, δεν παρουσιάζουν το ίδιο ενδιαφέρον με τα θηλυκά, ενώ εκείνοι που συνήθως παρουσιάζουν αυξημένο ενδιαφέρον, σε σχέση πάντα με τα υπόλοιπα αρσενικά, αποτελούν συνήθως τη μειοψηφία. Αντιθέτως, η πλειοψηφία των θηλυκών συνήθως δηλώνει το ενδιαφέρον της. Θα μπορούσαμε, συνεπώς, να καταλήξουμε στο προσεγγιστικό συμπέρασμα ότι τα θηλυκά δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα σε συγκεκριμένα ζητήματα, επιστρατεύοντας, μάλιστα, την ικανότητά τους να κρίνουν και να αποφασίσουν τι προτιμούν, σε περιπτώσεις που τα αρσενικά δεν δείχνουν κανένα, ή έστω όχι κάποιο ξεκάθαρο, ενδιαφέρον, ανεξαρτήτως με το εάν κρίνουν ή όχι.
Θα ήταν αρκετά ενδιαφέρον, ωστόσο, να δοθεί μελλοντικά και μία όσο το δυνατόν πιο ξεκάθαρη απάντηση στο τελευταίο ερώτημα: στο λόγο, δηλαδή, που οι αρσενικοί σκύλοι δε δείχνουν με την ίδια συχνότητα τις προτιμήσεις τους. Αυτό συμβαίνει επειδή δεν έχουν την ίδια κριτική ικανότητα με τα θηλυκά ή απλώς επειδή δεν τους ενδιαφέρει να κρίνουν βάσει ικανότητας; Ή μήπως, παρότι μπορούν, απλά δεν τους ενδιαφέρει εξαρχής να ξεχωρίσουν τους ανθρώπους βάσει της κρίσης τους; Σχετικώς απίθανο το τελευταίο, όμως μόνο η μελλοντική έρευνα θα μπορέσει να δώσει αξιόπιστες, έστω και προσεγγιστικές, απαντήσεις.
Οι τελικές σκέψεις των ερευνητών
Προς το τέλος της εργασίας τους, οι ερευνητές αναφέρουν ότι ένα ερώτημα που χρήζει μελλοντικής έρευνας είναι εάν οι αξιολογήσεις της ικανότητας γενικεύονται σε άλλες κινητικές εργασίες ή αν επεκτείνονται σε χαρακτηριστικά όπως η αξιοπιστία ή η γνώση. Για παράδειγμα, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας τείνουν να επιλέγουν πληροφορίες που δίνονται από ένα καλό άτομο (π.χ. βοηθητικό, ευγενικό) παρά από ένα κακό (π.χ. επιβλαβές, αρνητικό) όταν πρέπει να μάθουν νέα ονόματα αντικειμένων , τοποθεσίες αντικειμένων ή εξειδικευμένες γνώσεις.
Επιπλέον, οι συγγραφείς διατυπώνουν στις τελικές σκέψεις τους ότι η αξιολόγηση των φυσικών χαρακτηριστικών είναι ήδη γνωστό ότι επηρεάζει τις επιλογές σε άλλες καταστάσεις, τόσο στα παιδιά, όσο και στους ενήλικες, που τείνουν να αντιλαμβάνονται ορισμένα άτομα ως πιο αξιόπιστα, εξαιτίας των πιο ελκυστικών χαρακτηριστικών προσώπου.
Η μελλοντική έρευνα θα πρέπει να εξετάσει τον βαθμό στον οποίο οι κοινωνικές αξιολογήσεις που σχηματίζονται από τα ζώα (εξαιρώντας τους ανθρώπους) για τους ανθρώπους σε μια κατάσταση, μπορούν να γενικευθούν σε άλλες.
Συγγραφείς της εργασίας