Αρνητική η επίδραση της άσκησης σε ασθενείς με Long Covid

Συνήθιζαν να τρέχουν μαραθώνιους. Τώρα, ακόμη κι ένα απλό ντουζ το αισθάνονται ως κάτι το εξαντλητικό. Αλλά για αυτούς τους ασθενείς -που έχουν ένα από τα πιο εξουθενωτικά συμπτώματα του Long Covid- η ελπίδα ίσως διαφαίνεται στον ορίζοντα.

Όπως μας διηγείται η Κάελιν Λιντς σε άρθρο της στο National Geographic, όταν η Τζέσικα Λάμπερτ επισκέφθηκε μια κλινική Long Covid στο Σικάγο τον Μάιο του 2021, μετά από μήνες εξουθενωτικών συμπτωμάτων, ένας φυσικοθεραπευτής είπε στην προηγουμένως δραστήρια 37χρονη ότι ήταν εκτός φόρμας. Έτσι, την έβαλε άμεσα σε πρόγραμμα άσκησης. Η Λάμπερτ έφυγε από τις συνεδρίες εξαντλημένη. Η κόπωσή της ήταν μεγαλύτερη ακόμη κι από την κούραση που αισθανόταν παλαιότερα, όταν έκανε άρση βαρών και ποδηλασία.

Όταν ξύπνησε την επόμενη ημέρα ένιωθε χειρότερα. Σαράντα οκτώ ώρες μετά τη θεραπεία τα συμπτώματά της κορυφώθηκαν. Πυρετός, «βαθύς» μυϊκός πόνος, ναυτία και ημικρανία. «Δεν μπορούσα να σηκωθώ από το κρεβάτι, παρά μόνο για να μετακινηθώ στον καναπέ», αναφέρει. «Έμενα εκεί για τις επόμενες πέντε ή έξι ημέρες και σηκωνόμουν από εκεί ακριβώς την ώρα για το επόμενο ραντεβού μου».

Ύστερα από δυόμισι μήνες εβδομαδιαίων συνεδριών φυσικοθεραπείας και ένα ταξίδι για να επισκεφθεί τη μητέρα της, πέρασε τέσσερις μήνες καθηλωμένη στο κρεβάτι. Μετά, νόσησε ξανά από Covid. Δεν μπορούσε πλέον να περπατήσει καθόλου.

Photograph by Andrea Piacquadio/Pexels
Photograph by Andrea Piacquadio/Pexels

Η μυστηριώδης δυσφορία μετά την άσκηση (PEM)

Χωρίς η Λάμπερτ να το γνωρίζει, αντιμετώπιζε ένα από τα πιο μυστηριώδη και εξουθενωτικά συμπτώματα του Long Covid, το λεγόμενο PEM (Post-Exertional Malaise), δηλαδή έντονη δυσφορία και αδιαθεσία μετά από άσκηση. Ουσιαστικά, το PEM πρόκειται για ένα σύμπτωμα κατά το οποίο παρατηρείται σημαντική επιδείνωση των προϋπαρχόντων συμπτωμάτων ή η ανάπτυξη νέων που ακολουθούν μετά από ακόμη και πολύ χαμηλή σωματική, πνευματική ή συναισθηματική καταπόνηση, ενώ για να συνέλθει ο ασθενής από την αποκαλούμενη «κατάρρευση PEM» (PEM crash) μπορεί να χρειαστούν ημέρες, εβδομάδες, ακόμη και μήνες. Ωστόσο, ορισμένοι ασθενείς έχουν ισχυριστεί ότι δεν συνήλθαν ποτέ.

Ένα ποσοστό της τάξεως του 80% από τους περίπου 16 εκατομμύρια ενήλικες που πάσχουν από Long Covid στις Ηνωμένες Πολιτείες αναφέρουν ότι η καθημερινή τους κίνηση είναι περιορισμένη, με το 25% εξ αυτών να αναφέρει σημαντικά περιορισμένη κινητικότητα. Οι μισοί από τους πάσχοντες έχουν αναγκαστεί να ελαττώσουν τις ώρες που εργάζονται, ενώ υπολογίζεται ότι περίπου 4 εκατομμύρια ασθενείς με Long Covid στις ΗΠΑ είναι άνεργοι.

«Έρχονται άνθρωποι και μου λένε: “Κάποτε γυμναζόμουν. Κάποτε έτρεχα. Αγαπούσα τη δουλειά μου ως αντιπρόεδρος της εταιρείας μου. Και τώρα, δεν μπορώ να κάνω τίποτα από αυτά”», λέει ο Μαρκ Βάνες, ερευνητής του Workwell Foundation, το οποίο μελετά την PEM στον Long Covid και σε άλλες παρεμφερείς χρόνιες παθήσεις. «Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι άνθρωποι που θέλουν να μείνουν στο σπίτι και να εισπράττουν παροχές αναπηρίας. Είναι αναγκασμένοι να το κάνουν», εξηγεί ο ερευνητής.

Σε μία μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2022, το 75% περίπου των σχεδόν 500 ασθενών με μακροχρόνιο Covid που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι η σωματική δραστηριότητα επιδείνωσε τα συμπτώματά τους, ενώ ένα ποσοστό μικρότερο του 1% είδαν βελτίωση. Παρ’ όλα αυτά, σε ασθενείς με Long Covid, όπως και η Λάμπερτ, η PEM συχνά αποδίδεται στην αποδυνάμωση που αποτελεί μια από τις επιπτώσεις της αδράνειας και, συνεπώς, δικαιολογημένα θα έλεγε κανείς ότι θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με άσκηση.

Εντούτοις, το παραπάνω αφήγημα ξεκινά να «ξεθωριάζει». «Συνηθίζατε να τρέχετε σε μαραθώνιους και μετά από μια ιογενή λοίμωξη τριών εβδομάδων είστε κατά κάποιο τρόπο ανίκανοι να περπατήσετε από τη μια πλευρά του σπιτιού σας στην άλλη; Αυτό δεν είναι αποδυνάμωση», εξηγεί ο Ντέιβιντ Πούτρινο, διευθυντής αποκατάστασης του συστήματος υγείας Mount Sinai στη Νέα Υόρκη.

Την ίδια ώρα που οι γιατροί δίνουν αγώνα για να θεραπεύσουν τα περίπου 65 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως με μακροχρόνιο Covid, η PEM έχει πυροδοτήσει πολλές συζητήσεις σχετικά με το ρόλο της σωματικής δραστηριότητας στην αποκατάσταση. Όπως όλοι μας γνωρίζουμε, η άσκηση θεωρείται γενικά ένα «καθολικό φάρμακο» (universal medicine). Εν προκειμένω, λοιπόν, το φλέγον ερώτημα είναι εάν μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση ασθενών με μακροχρόνιο Covid.

Photograph by Barbara Olsen/Pexels
Photograph by Barbara Olsen/Pexels

Τι είναι η PEM;

Εδώ και δεκαετίες, η PEM αποτελεί χαρακτηριστικό σύμπτωμα της μυαλγικής εγκεφαλομυελίτιδας ή του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης (ME/CFS), μιας ανεπαρκώς κατανοητής ασθένειας που εκδηλώνεται συνήθως μετά από ιογενή λοίμωξη. Περίπου οι μισοί από τους μακροχρόνιους ασθενείς με Covid πληρούν τα κριτήρια για εκδήλωση ME/CFS. «Όταν αρχίσαμε να βλέπουμε τον Long Covid, σκεφτήκαμε: “Αυτό μοιάζει πολύ γνώριμο”», λέει ο Μπρέιντεν Γιέλμαν, γιατρός που αντιμετωπίζει ασθενείς με ME/CFS και Long Covid στο Bateman Horne Center στη Γιούτα. Τα άτομα με ME/CFS βαθμολογούνται χαμηλότερα στις μετρήσεις ποιότητας ζωής από ό,τι τα άτομα με καρκίνο, εγκεφαλικό επεισόδιο και σκλήρυνση κατά πλάκας – γεγονός για το οποίο σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται η PEM.

Όσον αφορά τον τρόπο εκδήλωσης της PEM, αυτός ποικίλλει ευρέως. Ένα ντουζ μπορεί να αφήσει κάποιους καθηλωμένους στο κρεβάτι για μέρες. Σε άλλους, μια σύντομη επίσκεψη σε φίλους μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα γρίπης και δυσκολία στην ομιλία. Η παρακολούθηση μιας ταινίας μπορεί να οδηγήσει σε ημικρανίες και ευαισθησία στο φως. Οι περισσότεροι από τους πάσχοντες περιγράφουν μια «βαθιά» κόπωση που μπορεί να μοιάζει με κώμα, κατά το οποίο, παρότι δεν υπάρχει απώλεια συνείδησης, δεν μπορούν να κινηθούν ή να μιλήσουν. «Είχα ασθενείς που μου έλεγαν: “Αν το σπίτι έπιανε φωτιά, δεν είμαι σίγουρος αν θα μπορούσα να βγω έξω”», αναφέρει ο Γιέλμαν.

Συχνά, επειδή η έναρξη της PEM εμφανίζεται 24 έως 72 ώρες μετά την άσκηση, οι ασθενείς μπορεί να φαίνονται λειτουργικοί τη μία ημέρα και να καταρρέουν την επόμενη, γεγονός που καθιστά δύσκολη την παρακολούθηση. Επιπρόσθετα, δεδομένου ότι δεν υπάρχει επίσημος διαγνωστικός κωδικός για την PEM, ο επιπολασμός της σε ασθενείς με μακροχρόνιο Covid είναι δύσκολο να προσδιοριστεί μέσω των ηλεκτρονικών αρχείων υγείας, όπου μπορεί να εμφανίζεται ως δυσανεξία στην άσκηση ή κόπωση, δύο συναφή συμπτώματα μεν, διαφορετικά δε. Έρευνες (έρευνα 1, έρευνα 2) σε ασθενείς υποδεικνύουν ότι το ποσοστό όσων πάσχουν από Long Covid και αντιμετωπίζουν κάποια μορφή PEM πιθανώς υπερβαίνει το 90%.

Σε περιπτώσεις μυαλγικής εγκεφαλομυελίτιδας ή συνδρόμου χρόνιας κόπωσης (ME/CFS), η PEM έχει ιστορικά απορριφθεί ή υποτιμηθεί ως ένας συνδυασμός αποδυνάμωσης και ψυχολογικού φόβου για την άσκηση. Οι γιατροί συνταγογραφούσαν διαβαθμισμένη άσκηση -θεραπεία κατά την οποία η ένταση της σωματικής δραστηριότητας αυξάνεται σταδιακά- και ενώ ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι είχε θετική επίδραση, οι μισοί έως και τα τρία τέταρτα των ασθενών ανέφεραν ότι ακολουθώντας τη θεραπεία αυτή η κατάστασή τους χειροτέρευε.

Τελικά, πολλές από τις μελέτες (μελέτη 1, μελέτη 2) επικρίθηκαν ή απαξιώθηκαν και οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου αφαίρεσαν τη διαβαθμισμένη άσκηση από τις επίσημες κατευθυντήριες οδηγίες για τη θεραπεία του ME/CFS. Παρ’ όλα αυτά, η άσκηση συνταγογραφείται συνήθως σε ασθενείς με μακροχρόνιο Covid: οι μισές από τις 388 διεθνείς κλινικές δοκιμές Long Covid επικεντρώνονται στην αποκατάσταση, πολλές από τις οποίες περιλαμβάνουν άσκηση.

Photograph by Cottonbro Studio/Pexels
Photograph by Cottonbro Studio/Pexels

Βιολογικά αίτια της PEM

Ένας αυξανόμενος όγκος ερευνών επιχειρεί να ανακαλύψει τα βιολογικά αίτια της PEM. Σε δοκιμασίες καρδιοαναπνευστικής άσκησης που απέχουν μεταξύ τους 24 ώρες και έχουν σχεδιαστεί για να προκαλέσουν την PEM, οι ερευνητές διαπιστώνουν ότι ενώ οι δραστήριοι άνθρωποι, οι άνθρωποι που κάνουν καθιστική ζωή, ακόμη και οι άνθρωποι με παθήσεις όπως η καρδιακή νόσος και η κυστική ίνωση έχουν γενικά τις ίδιες επιδόσεις από τη μία ημέρα στην άλλη, τα άτομα με ME/CFS σημειώνουν χειρότερες επιδόσεις στη δεύτερη δοκιμασία. Άλλες μελέτες διαπιστώνουν ότι οι ασθενείς με ME/CFS παρουσιάζουν μειωμένη απόδοση στις γνωστικές δοκιμασίες μετά την άσκηση, ενώ οι υγιείς άνθρωποι έχουν καλύτερες επιδόσεις. Οι μελέτες δείχνουν, επίσης, ότι από τους ασθενείς αυτούς λείπουν ορισμένοι μεταβολίτες από τα ούρα, γεγονός που υποδηλώνει ότι το σώμα τους δεν εκτελεί τις απαραίτητες λειτουργίες για να ανακάμψει.

Η έρευνα του Ντέιβιντ Σίστρομ, ιατρού στο νοσοκομείο Brigham and Women’s της Βοστώνης, μπορεί να δώσει μια ιδέα σχετικά με το γιατί συμβαίνει αυτό. Όταν οι ασθενείς με ME/CFS και εκείνοι με Long Covid ασκούνται, ο Σίστρομ ανακάλυψε ότι οι φλέβες τους δεν μεταφέρουν αποτελεσματικά το αίμα προς την καρδιά. Ακόμα, διαπίστωσε προβλήματα με την ανταλλαγή οξυγόνου από τον ασκούμενο μυ, ενώ, μέσω βιοψιών δέρματος, στους περισσότερους ασθενείς που εξετάζει παρατηρεί βλάβες στο νευρικό σύστημα.

Η έρευνα του Ντέιβιντ Σίστρομ υποδεικνύει ένα δυσλειτουργικό αυτόνομο νευρικό σύστημα, το οποίο ελέγχει λειτουργίες όπως η αναπνοή και η κυκλοφορία και μετακινεί το αίμα και το οξυγόνο μέσα στο σώμα κατά τη διάρκεια της άσκησης και μετά από αυτήν. Επίσης, θεωρεί ότι τα μιτοχόνδρια -τα μέρη των κυττάρων μας που παράγουν ενέργεια- ίσως να μην αξιοποιούν σωστά το οξυγόνο. Ο συνδυασμός όλων αυτών μειώνει σημαντικά την ικανότητα του οργανισμού να ανακάμπτει.

Photograph by Pixabay
Photograph by Pixabay

Οδηγεί η άσκηση σε εξασθένηση του οργανισμού;

Η έννοια της εξασθένησης του οργανισμού που ακολουθεί μετά από καταπόνηση δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο για όσους θεραπεύουν ασθενείς με ME/CFS, και τώρα ασθενείς με Long Covid. «Τα επαναλαμβανόμενα PEM crashes είναι σαν ένας τραυματισμός», εξηγεί ο Γιέλμαν, και συνεχίζει: «Αν χτυπήσετε το δάχτυλο του ποδιού σας με δύναμη στην πόρτα, πρέπει να το αφήσετε να επουλωθεί πριν ξαναφορέσετε το παπούτσι σας. Αν το χτυπάτε κάθε μέρα, θα δημιουργηθούν ουλές και το νύχι του ποδιού δεν πρόκειται να ξαναφυτρώσει».

Η απάντηση, σύμφωνα με τους γιατρούς που είναι εξοικειωμένοι με την PEM, είναι ο βηματισμός – η διαχείριση των καθημερινών δραστηριοτήτων μέσα από περιόδους άσκησης και ανάπαυσης- διαχωρίζοντας την έννοια της καταπόνησης και της άσκησης. Είναι ζωτικής σημασίας, τονίζει ο Γιέλμαν, να σπάσει αυτό που αποκαλεί «ο κύκλος ώθησης-κατάρρευσης», μαθαίνοντας να αναγνωρίζουμε τα όρια της διαθέσιμης ενέργειας και να ξεκουραζόμαστε ανάλογα, κάτι που για μερικούς ανθρώπους μπορεί να πάρει μήνες ή και χρόνια. «Δεν έχω συναντήσει ποτέ κάποιον που κάθεται μόνιμα σε έναν καναπέ να πάσχει από αυτήν την ασθένεια», αναφέρει, εξηγώντας ότι ένας γενικά δραστήριος άνθρωπος διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο.

Ο Κλέιτον Πάουερς, φυσικοθεραπευτής στο Πανεπιστήμιο της Γιούτα, έμαθε για πρώτη φορά για την PEM πριν από πέντε χρόνια, καθώς θεράπευε ασθενείς με σύνδρομο ορθοστατικής ταχυκαρδίας (POTS), έναν τύπο δυσλειτουργίας του αυτόνομου νευρικού συστήματος που είναι επίσης συχνός σε περιπτώσεις μακροχρόνιου Covid και μπορεί να βοηθηθεί από μια μορφή διαβαθμισμένης άσκησης. Ωστόσο, παρατήρησε ότι πολλοί από τους ασθενείς του δεν παρουσίαζαν βελτίωση με το πρόγραμμα ασκήσεων που τους είχε βάλει.

Έτσι, αποφάσισε να αλλάξει τακτική, εστιάζοντας αντ’ αυτού στη χρήση οργάνων παρακολούθησης του καρδιακού ρυθμού, στην εκπαίδευση και στις τροποποιήσεις του τρόπου ζωής που αποσκοπούν στο να βοηθηθούν οι ασθενείς να αποφύγουν τη δυσφορία μετά την καταπόνηση (PEM). Όπως αναφέρει ο ίδιος, η βελτίωση από αυτή την αλλαγή τακτικής, μέσω του βηματισμού και της διατήρησης της ενέργειας του εκάστοτε ασθενή, ήταν δραστική.

Καθώς αυξάνονται οι γνώσεις για αυτές τις περιπτώσεις, όπως και της Λάμπερτ, οι ασθενείς, οι σχετικές οργανώσεις, οι κλινικοί γιατροί και οι ερευνητές αντιδρούν στις γραμμές που προτείνει το πρόγραμμα “RECOVER” των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας, ύψους 1,15 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το Ινστιτούτο Κλινικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Ντιούκ, το οποίο συντονίζει την έρευνα, αναφέρει ότι στόχος αποτελεί η καταπολέμηση της δυσανεξίας στην άσκηση, στην κόπωση και άλλων συμπτωμάτων του μακροχρόνιου Covid. Από το ινστιτούτο σημειώνουν: «Δεν συνιστάται η άσκηση» για όσους πάσχουν από PEM και προσθέτουν ότι οι ερευνητές θα παρακολουθούν την PEM προσεκτικά και θα προσαρμόσουν το πρόγραμμα θεραπείας του κάθε ασθενή αναλόγως, αν και δεν αναφέρουν ξεκάθαρα εάν οι συμμετέχοντες με PEM θα αποκλειστούν.

Ακόμη και αν η δοκιμή ελέγξει επιτυχώς για περιπτώσεις PEM, οι υποστηρικτές της αντίθετης γνώμης προτείνουν τα κρατικά κονδύλια για τις πέντε προγραμματισμένες κλινικές δοκιμές να δαπανηθούν με πιο εποικοδομητικό τρόπο, σε δοκιμές φαρμακολογικών θεραπειών που θα μπορούσαν να προσφέρουν αποτελεσματικότερη βοήθεια σε ασθενείς που πάσχουν από μακροχρόνιο Covid και άλλες μεταϊικές παθήσεις.

Photograph by Marcus Aurelius/Pexels
Photograph by Marcus Aurelius/Pexels

Είναι, όμως, όλες οι ασκήσεις το ίδιο;

Με περισσότερα από 200 συμπτώματα να συνδέονται με τον Long Covid, ορισμένοι ασθενείς θα μπορούσαν πράγματι να επωφεληθούν από την άσκηση, σημειώνει η αρθρογράφος του National Geographic. Οι γιατροί, εντούτοις, πρέπει να γνωρίζουν πώς να ελέγχουν προσεκτικά τους ασθενείς προτού δομήσουν ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα ασκήσεων γι’ αυτούς. Αυτός είναι εν μέρει και ο λόγος που οι υποστηρικτές ζητούν από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών να δημιουργήσουν έναν επίσημο διαγνωστικό κωδικό για την PEM, ελπίζοντας ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα προωθηθεί η αναγνώρισή της, παρέχοντας παράλληλα έναν τρόπο παρακολούθησης που θα δώσει στους ασθενείς και στους παρόχους θεραπείας σαφείς οδηγίες για τη σωστή προσέγγιση του πλάνου θεραπείας.

Ο Γιέλμαν αναφέρει ότι ο αμερικανικός συνασπισμός κλινικών ιατρών για ME/CFS είναι κατά της άσκησης, εξηγώντας ωστόσο ότι αν ο ασθενής έχει καταφέρει να αποφύγει την PEM, τότε η άσκηση εξακολουθεί να του κάνει καλό. Ο Γιέλμαν, ο Σίστρομ και άλλοι γιατροί που θεραπεύουν ασθενείς με μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα, σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και Long Covid υπογραμμίζουν ότι δεν συνιστούν καμία άσκηση έως ότου, κατόπιν ενός συνδυασμού φαρμακευτικής αγωγής, θεραπείας συννοσηροτήτων και βηματοδότησης, ο ασθενής είναι σε θέση να εκτελέσει καθημερινές δραστηριότητες χωρίς να πυροδοτείται έντονη δυσφορία μετά την καταπόνηση (PEM). Ακόμα και τότε όμως, η άσκηση που συνταγογραφούν είναι σημαντικά πιο ανώδυνη από αυτό που οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν παραδοσιακή άσκηση.

«Αν η άσκηση είναι φάρμακο, θα πρέπει να την αντιμετωπίζετε σαν φάρμακο», παροτρύνει ο Πούτρινο. «Θα πρέπει να καταλαβαίνετε ποιες είναι οι αντενδείξεις, ποιοι μπορεί να έχουν ανεπιθύμητες ενέργειες από το φάρμακο και πώς να δοσολογήσετε το φάρμακο αποτελεσματικά για κάθε άτομο». Ο Πούτρινο και οι συνεργάτες του ανέπτυξαν ένα εξειδικευμένο πρόγραμμα αποκατάστασης για να βοηθήσουν ασθενείς με Long Covid να επανεκκινήσουν το αυτόνομο νευρικό τους σύστημα.

Photograph by Ryutaro Τsukata/Pexels
Photograph by Ryutaro Τsukata/Pexels

Στο πλαίσιο του εν λόγω προγράμματος, οι ασθενείς προχωρούν σιγά-σιγά, σταδιακά, μέσα από μια σειρά ήπιων κινήσεων ενώ είναι ξαπλωμένοι και εκτελούν αναπνευστικές ασκήσεις που προάγουν την αντίδραση «ανάπαυσης και πέψης». Στη συνέχεια, προχωρούν σε ασκήσεις σε καθιστή και όρθια θέση για μερικούς μήνες. Εν αντιθέσει, όμως, με τη διαβαθμισμένη άσκηση, που ενθαρρύνει τους ασθενείς να πιεστούν και να προσπαθήσουν να αντέξουν τη δυσφορία, στο συγκεκριμένο πρόγραμμα με την πρώτη ένδειξη ύπαρξης PEM, η προσπάθεια μειώνεται στο 30% περίπου της προηγούμενης προσπάθειας και κάποιοι ασθενείς δεν θα ξεπεράσουν αυτό το επίπεδο δραστηριότητας. Πάντως, σύμφωνα με τον Πούτρινο, μετά από τρεις μήνες οι περισσότεροι συμμετέχοντες βλέπουν την κόπωση να μειώνεται κατά το ήμισυ και την ανοχή του οργανισμού τους στη δραστηριότητα να διπλασιάζεται.

Μια παρόμοια στρατηγική εφάρμοσαν και οι θεραπευτές στο πρόγραμμα αποκατάστασης της Λάμπερτ, ώστε να τη βοηθήσουν να ανακτήσει την ικανότητά της να περπατάει. «Ξεκινούσαν με το να ξαπλώνω στο κρεβάτι, να σηκώνω ένα πόδι κάθε φορά και στη συνέχεια να ξεκουράζομαι», περιγράφει η ίδια. Τελικά, προχώρησε σε καθιστές δραστηριότητες, όπως η γιόγκα σε αναπηρική καρέκλα, που επικεντρώνονταν στην ικανότητά της να φροντίζει καλύτερα τον εαυτό της. Τώρα, κάνει φυσικοθεραπεία εκτελώντας ασκήσεις σε ανάκλιση και οι θεραπευτές σταματούν την προσπάθεια αν εμφανιστούν σημάδια PEM. Με αυτόν τον τρόπο, η Λάμπερτ κατάφερε μέσα σε έναν χρόνο από εκεί που βρισκόταν καθηλωμένη σε αναπηρικό καροτσάκι να μπορεί πλέον να περπατήσει με χαμηλό ρυθμό μικρές αποστάσεις. «Είναι μικρό, αλλά προσωπικά το νιώθω τεράστιο», αναφέρει χαρακτηριστικά.


Πηγή: National Geographic

Σχετικά Άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ