Το έδαφος αποτελεί τον πλουσιότερο βιότοπο επί της γης.
Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας ερευνητικής ομάδας, η οποία κατέληξε στο ότι τα δύο τρίτα όλων των γνωστών ειδών ζουν στο έδαφος. Οι μύκητες είναι η ομάδα με τα περισσότερα τέτοια είδη, αποτελώντας περίπου το 86% εξ αυτών, και αμέσως μετά ακολουθούν τα φυτά με τις ρίζες τους.
Οι κοραλλιογενείς ύφαλοι, ο βυθός της θάλασσας ή οι κορυφές των δέντρων των τροπικών δασών θεωρούνται οι κύριες εστίες βιοποικιλότητας. Αλλά όλα υστερούν συγκριτικά με τα εδάφη. Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, τα εδάφη είναι τα πιο πλούσια σε είδη οικοσυστήματα στον πλανήτη. Η σημασία τους για την ανθρώπινη διατροφή είναι τεράστια, αλλά το ποσοστό των εδαφών παγκοσμίως που θεωρούνται υποβαθμισμένα ή καταστρέφονται αυξάνεται ασταμάτητα. Τρεις ερευνητές από το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Έρευνας Δασών, Χιονιού και Τοπίου (WSL) διατύπωσε την πρώτη εκτίμηση της παγκόσμιας βιοποικιλότητας των εδαφών.
Ανατρέχοντας στην υπάρχουσα επιστημονική βιβλιογραφία και επαναξιολογώντας τα υφιστάμενα σύνολα δεδομένων για τα είδη που έχουν εντοπισθεί στα εδάφη, οι ερευνητές κατέληξαν στην εκτίμησή τους. Τα αποτελέσματά τους δείχνουν ότι τα δύο τρίτα όλων των ειδών ζουν στο έδαφος. Κι αυτή η εκτίμηση πρόκειται για ποσοστό υπερδιπλάσιο από προηγούμενες εκτιμήσεις για τον πλούτο των ειδών στο έδαφος, οι οποίες έκαναν λόγο για ποσοστό μόλις 25% επί του συνόλου των γνωστών ειδών.
Η ομάδα με το υψηλότερο ποσοστό ειδών που ζουν στο έδαφος είναι οι μύκητες – το 90% ζουν εκεί. Ακολουθούν τα φυτά και οι ρίζες τους με 86%. Οι γαιοσκώληκες και τα μαλάκια, όπως τα σαλιγκάρια, αποτελούν το 20%. «Ωστόσο, κανείς δεν έχει επιχειρήσει ακόμη να εκτιμήσει την ποικιλότητα των πολύ μικρών οργανισμών, όπως τα βακτήρια, οι ιοί, τα αρχαία, οι μύκητες και οι μονοκύτταροι οργανισμοί», εξηγεί ο ο Μαρκ Άντονι από το WSL, ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης. Οι παραπάνω οργανισμοί είναι ζωτικής σημασίας για την ανακύκλωση των θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος, για την αποθήκευση άνθρακα, ενώ μεγάλη είναι η σημασία τους επίσης για τα δέντρα, είτε ως παθογόνα, είτε ως συνεργάτες τους.
Σημαντική η προώθηση της αυξημένης προστασίας των εδαφών
Δεδομένου ότι τα στοιχεία σχετικά με την ποικιλότητα των εδαφών είναι εξαιρετικά αποσπασματικά -ιδιαίτερα στον παγκόσμιο Νότο- τα αποτελέσματα της μελέτης παρουσιάζουν σε ορισμένες περιπτώσεις τεράστιες διακυμάνσεις. Για παράδειγμα, για τα βακτήρια η μέση εκτίμηση για όσα ζουν στο έδαφος είναι 40%, αλλά το εύρος παρουσιάζει διακυμάνσεις από 25% έως 88%. Παρόμοια αβεβαιότητα υπάρχει και για τους ιούς, οι οποίοι μελετώνται κυρίως ως παθογόνα για τον άνθρωπο, με αποτέλεσμα συχνά η ευεργετική τους δράση για ορισμένους ξενιστές στη φύση να παραβλέπεται.
Βάσει των ανωτέρω, οι ερευνητές είναι έτοιμοι να δεχθούν κριτική για τις μεθόδους και τα συμπεράσματά τους. «Η εργασία μας είναι μια πρώτη αλλά σημαντική προσπάθεια να εκτιμήσουμε το ποσοστό της παγκόσμιας βιοποικιλότητας που ζει στο έδαφος», λέει ο Άντονι. Σύμφωνα με τον ίδιο, στόχος είναι η έρευνά τους να αποτελέσει τη βάση για τις αναγκαίες αποφάσεις για την προστασία των εδαφών και των ειδών που ζουν σε αυτά παγκοσμίως. «Τα εδάφη δέχονται τεράστιες πιέσεις, είτε από την εντατικοποίηση της γεωργίας, την κλιματική αλλαγή, τα χωροκατακτητικά είδη και πολλά άλλα», επισημαίνει ο ίδιος. «Η μελέτη μας δείχνει ότι η ποικιλομορφία στα εδάφη είναι μεγάλη και αντίστοιχα σημαντική, οπότε θα πρέπει να δοθεί πολύ μεγαλύτερη προσοχή στη διατήρησή τους».