Ιταλία: Σε «βρωμερούς βάλτους» κινδυνεύουν να μετατραπούν τα κανάλια της Βενετίας

Η υπερχρήση των αντιπλημμυρικών φραγμάτων της ιταλικής πόλης την οδηγεί σε κίνδυνο να αποκλειστεί από τη θάλασσα, η πρόσβαση στην οποία είναι απαραίτητη για την επιβίωσή της.

Τα γραφικά κανάλια της Βενετίας κινδυνεύουν να μετατραπούν σε βρωμερούς βάλτους, καθώς η άνοδος της στάθμης της θάλασσας προκαλεί υπερβολική χρήση των αντιπλημμυρικών φραγμάτων της πόλης με τα εκατομμύρια των τουριστών ετησίως. Οι νέες κίτρινες πύλες, που εκτείνονται για σχεδόν ενάμισι χιλιόμετρο, είναι κρίσιμες για τη διατήρηση της στεγνότητας της επιρρεπούς στις πλημμύρες λιμνοθάλασσας κατά τη διάρκεια φαινομένων υψηλής παλίρροιας, όπως αυτά που εκδηλώθηκαν τα τελευταία χρόνια.


Ο κίνδυνος υπερβολικής χρήσης του συστήματος Μόουζ

Εκείνο, όμως, που υποτίθεται ότι θα αποτελούσε έναν μηχανισμό που θα λειτουργούσε με φειδώ σε περιόδους έκτακτης ανάγκης, το Modulo Sperimentale Elettromeccanico ή Μόουζ (MOSE), εργάζεται τώρα υπερωριακά, κινδυνεύοντας να αποκλείσει την πόλη από τη θάλασσα, παρόλο που από αυτήν εξαρτάται η ύπαρξή της. Η υπερβολική χρήση του Μόουζ «θα μετέτρεπε τη λιμνοθάλασσα σε έναν νεκρό, βρωμερό βάλτο» αναφέρει η Άννα Σόμερς Κοκς, συντάκτρια της εφημερίδας «Art» και ειδικός στο θέμα. Τη Δευτέρα, μια επιτροπή του ΟΗΕ συμπέρανε ότι η στάθμη της θάλασσας στη Βενετία θα μπορούσε να ανεβεί κατά 76 εκατοστά μέχρι το τέλος του αιώνα, σύμφωνα με τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις, εν μέσω υπερθέρμανσης του πλανήτη.

Οι ειδικοί πιστεύουν ότι αυτό θα απαιτούσε τα θαλάσσια τείχη να ανεβαίνουν συχνότερα από ό,τι κατεβαίνουν, εμποδίζοντας το φρέσκο θαλασσινό νερό που κρατά τις λιμνοθάλασσες φυσικά ανανεωμένες. Οι αρχικές εκτιμήσεις προέβλεπαν ότι οι πύλες θα έκλειναν κατά μέσο όρο πέντε φορές τον χρόνο, ώστε να σταματήσουν παλίρροιες ύψους περίπου 110 εκατοστών. Σύμφωνα με τους New York Times, τα φράγματα έχουν ήδη υψωθεί 49 φορές τα τελευταία δύο χρόνια. Η διατήρηση των φραγμάτων σε όρθια θέση θα εμποδίσει την παλίρροια από το να απομακρύνει συχνά τα απόβλητα από τη λιμνοθάλασσα, ελλείψει αποχετευτικού συστήματος, όπως σημειώνει η Telegraph.

«Εάν φτάσουμε σε τέτοιο σημείο, θα πρέπει να αποφασίσω αν θα σώσω την πόλη ή τη λιμνοθάλασσα» σημειώνει ο Αλβίσε Πάπα, διευθυντής του κέντρου διοίκησης που ελέγχει τις πύλες. Οι λασπότοποι και τα έλη της λιμνοθάλασσας, που είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωση της πόλης, διατρέχουν επίσης κίνδυνο να καταστραφούν εάν δεν επιτραπεί η κυκλοφορία του γλυκού νερού, δηλώνει ο ερευνητής Ντέιβιντ Τόγκνιν. Ο ερευνητής εξηγεί ότι τα φράγματα μετριάζουν τις παράκτιες πλημμύρες ρυθμίζοντας τα κύματα και τις καταιγίδες, βελτιώνουν την ποιότητα του νερού, φιλτράρουν θρεπτικά συστατικά και ρύπου, προσλαμβάνουν ατμοσφαιρικό άνθρακα -και μάλιστα σε ρυθμούς πολύ μεγαλύτερους από τα χερσαία οικοσυστήματα- και αποτελούν ιδιόρρυθμους οικότοπους για είδη που απειλούνται με εξαφάνιση.

Η Σόμερς Κοκς λέει ότι ο χρόνος και τα χρήματα που δαπανήθηκαν για τον μηχανισμό Μόουζ –περί τα 5 δισ. ευρώ– προκαλούν αμηχανία σε πολλούς που σκέφτονται ότι ίσως χρειαστεί μια άλλη λύση για να αντιμετωπισθεί η κρίση. Ωστόσο, εάν δε ληφθούν μέτρα, μία από τις ομορφότερες πόλεις του κόσμου θα βρεθεί σε σοβαρό κίνδυνο.


Όταν ο μηχανισμός Μόουζ τέθηκε σε λειτουργία

Το 2020 ήταν η χρονιά που τα φωτεινά κίτρινα χαλύβδινα φράγματα του Μόουζ ορθώθηκαν για πρώτη φορά. Όταν η παλίρροια σταματά και τα νερά είναι χαμηλά, οι κοίλες πύλες πληρώνονται με νερό και απλώνονται στον πυθμένα της θάλασσας, επιτρέποντας τη διέλευση των σκαφών, η οποία πραγματοποιείται από πάνω τους. Κατά τη διάρκεια της υψηλής παλίρροιας, οι μηχανικοί χρησιμοποιούν αεροσυμπιεστές για να γεμίσουν τις πύλες με αέρα και να σπρώξουν έξω το θαλασσινό νερό, προκαλώντας την ανύψωση του. Είναι σε θέση να αντέξουν παλίρροιες ύψους έως και τριών μέτρων. Το έργο ήταν στα σκαριά για περίπου 50 χρόνια. Η απόφαση να τεθεί σε λειτουργία το 2020 ελήφθη ύστερα από τις μεγάλες πλημμύρες που έπληξαν την πόλη, το 2019.

Τότε, η παλίρροια είχε ξεπεράσει τα δύο μέτρα και είχε πλημμυρίσει περισσότερο από το 85% της πόλης, προκαλώντας τον πνιγμό δύο ανθρώπων και προκαλώντας ζημιές εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Ο δήμαρχος της Βενετίας προειδοποίησε τότε ότι οι πλημμύρες έθεταν το μέλλον της πόλης σε κίνδυνο, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «η Βενετία έχει γονατίσει». Οι πλημμύρες του 2019 ήταν από τις χειρότερες στην ιστορία της Βενετίας, με τα πλημμυρικά νερά να φθάνουν σε ύψος 1,87 μέτρων – μόνο μία φορά από τότε που κρατούνται αρχεία (1923) το νερό είχε ανεβεί ακόμη ψηλότερα, στα 1,94 μέτρα, το 1966.

Από το 2020 η Βενετία διατηρείται σχετικά στεγνή και, έχοντας χρειαστεί τόσα χρόνια για να αναπτυχθεί, το σύστημα θα το χαρακτήριζε κανείς πλέον σχεδόν ξεπερασμένο. Το 2021, η Σόμερς Κοκς ενώθηκε με άλλους ηγέτες πολιτιστικών ιδρυμάτων, για να απαιτήσουν, με μια επιστολή τους προς τον τότε πρωθυπουργό Μάριο Ντράγκι, να προστατεύσει τη Βενετία από την κλιματική κρίση.


Με πληροφορίες από Telegraph, New York Times

Σχετικά Άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ