Η μείωση των εκπομπών μεθανίου από τα ορυκτά καύσιμα, τη γεωργία και τα απόβλητα αποτελούν το κλειδί για την επίτευξη των κλιματικών στόχων. Οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι επιστημονικά τεκμηριωμένες αξιολογήσεις των πρωτοβουλιών μετριασμού ίσως φωτίσουν τον δρόμο προς την επιτυχία.
Το μεθάνιο, ένα βραχύβιο αλλά ισχυρό αέριο του θερμοκηπίου, ανακαλύφθηκε το 1776 από τον φυσικό και χημικό Αλεσάντρο Βόλτα. Κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στη λίμνη Ματζόρε για ψάρεμα, παρατήρησε ότι φυσαλίδες ανέρχονταν στην επιφάνεια των ρηχών και στάσιμων νερών, κι έτσι αναγνώρισε το αέριο μεθάνιο, προϊόν των αντιδράσεων αποσύνθεσης των φυτών. Εκείνη την εποχή ήταν απίθανο για τον Βόλτα να φανταστεί ότι το μεθάνιο, σε συνδυασμό με άλλα αέρια του θερμοκηπίου, θα μπορούσε να αλλάξει το κλιματικό σύστημα και, κατά συνέπεια, τη δυναμική και τις δομές των υγροτόπων, συμπεριλαμβανομένης της λίμνης Ματζόρε.
Γράφοντας στο επιστημονικό περιοδικό Nature, ο Σούσι Πενγκ και οι συνεργάτες του αναφέρουν ότι οι θερμότεροι και υγρότεροι υγρότοποι στο Βόρειο Ημισφαίριο συνιστούν πλέον κυρίαρχη πηγή μεθανίου. Αλλά η αυξανόμενη συμβολή των φυσικών υγροτόπων στη συγκέντρωση του ατμοσφαιρικού μεθανίου δεν θα πρέπει να αποσπάσει την προσοχή από τη σημασία των ανθρωπογενών πηγών.
Η επίτευξη των στόχων της Παγκόσμιας Δέσμευσης για το Μεθάνιο (Global Methane Pledge, GMP) για τη μείωση των εκπομπών μεθανίου κατά 30% από τα επίπεδα του 2020 έως το 2030, απαιτεί τρόπους μείωσης των εκπομπών από την ενέργεια, τη γεωργία και τα τρόφιμα
Μέχρι τον Νοέμβριο του 2022, 150 χώρες είχαν προσχωρήσει στη δέσμευση. Τον ίδιο μήνα, το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Environment Programme) και ο Συνασπισμός για το Κλίμα και τον Καθαρό Αέρα (Climate and Clean Air Coalition) δημοσίευσαν μία έκθεση που πραγματεύεται τι θα συνέβαινε με τις εκπομπές μεθανίου χωρίς τη σύναψη παγκόσμιων δεσμεύσεων. Η έκθεση περιλαμβάνει βασικές προβλέψεις που αντικατοπτρίζουν τον αντίκτυπο της τρέχουσας πολιτικής, καθώς και τις επιπτώσεις για την επίτευξη του στόχου της GMP. Τα αποτελέσματα δεν προκαλούν έκπληξη: χωρίς πρόσθετες προσπάθειες, οι γεωργικές εκπομπές, κυρίως από την κτηνοτροφία και, σε μικρότερο βαθμό, από την καλλιέργεια ρυζιού, θα συνεχίσουν να αυξάνονται έως το 2030 σε ποσοστό έως και 5-16% από το επίπεδο του 2020- οι εκπομπές από τον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου αναμένεται να αυξηθούν κατά 3-17% έως το 2030- και ομοίως, οι εκπομπές στερεών αποβλήτων και λυμάτων αναμένεται να αυξηθούν κατά 6-18%. Η Μέση Ανατολή, η Αφρική και η Ασία ενδέχεται να δουν την πιο σημαντική αύξηση των εκπομπών μεθανίου με αυξήσεις σε όλους τους τομείς.
Μολονότι υπάρχουν διάφορες τεχνικές, οικολογικές και κοινωνικές λύσεις, τα επίγεια και δορυφορικά δεδομένα μπορούν να βοηθήσουν στην καθοδήγηση για το πού και πότε πρέπει να εφαρμοστούν. Για παράδειγμα, μια πρόσφατη ανάλυση στο “Proceedings of the National Academy of Sciences of the United States of America” (PNAS) αξιοποίησε δορυφορικές και επιφανειακές παρατηρήσεις για να προσδιορίσει τις εκπομπές μεθανίου της Κίνας κατά την περίοδο 2010-2017. Αντιτιθέμενες τάσεις διαπιστώθηκαν με μείωση των εκπομπών να παρατηρείται στα νοτιοανατολικά λόγω του κλεισίματος μικρών ανθρακωρυχείων και αύξηση στα βόρεια λόγω της ενίσχυσης και ενοποίησης μεγάλων ανθρακωρυχείων. Ταυτόχρονα, παρατηρήθηκε απροσδόκητη αύξηση των εκπομπών από την καλλιέργεια ρυζιού στην ανατολική και κεντρική Κίνα. Τάσεις που δεν είχαν προηγουμένως εντοπιστεί.
Τρία στάδια αξιολόγησης
Αυτές οι επίγειες και δορυφορικές τεχνολογικές εξελίξεις αποτελούν πολύτιμες πληροφορίες για τις τοπικές κυβερνήσεις κατά τη διαμόρφωση λεπτομερών, και ειδικών για κάθε τόπο, πολιτικών μείωσης του μεθανίου. Εν τούτοις, το κατά πόσον αυτό θα είναι αρκετό για την επίτευξη του στόχου της GMP παραμένει ένα ανοικτό ερώτημα. Σχολιάζοντας σε άρθρο τους στο Nature Climate Change ο Πολ Στερν και οι συνεργάτες του υποστηρίζουν ότι η επιστήμη μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων για τις εκπομπές, παρέχοντας στους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων μια επιστημονικά τεκμηριωμένη αξιολόγηση του πιθανού σχεδίου δράσης, η οποία είναι έγκαιρη και ακριβής, μειώνοντας τις προκαταλήψεις που αφορούν τις προτιμήσεις και τις παραδοχές της πολιτικής. Θεωρούν ότι οι οι αξιολογήσεις περιλαμβάνουν τρία στάδια, τα οποία είναι η υιοθέτηση, η εφαρμογή και η ανταπόκριση που καλείται και «πλαστικότητα της συμπεριφοράς». Η ανάπτυξη αξιολογήσεων των πρωτοβουλιών που στοχεύουν στη μείωση των εκπομπών μεθανίου θα οδηγήσει σε πολιτικές και δράσεις που είναι αποτελεσματικές, τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη.
Με τις επιστημονικές γνώσεις, τους τεχνολογικούς πόρους και τη δέσμευση 150 χωρών, η περαιτέρω καθυστέρηση της μείωσης του μεθανίου είναι απαράδεκτη. Τα οφέλη του μετριασμού είναι απαραίτητα για ένα βιώσιμο μέλλον. Ας γίνει, λοιπόν, το 2023 η χρονιά της προόδου στον μετριασμό των εκπομπών μεθανίου.
Πηγή: Nature Climate Change