Κλινική μελέτη: Η αναζήτηση νέας θεραπείας για επιληπτικούς σκύλους

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι το φάρμακο θα μπορούσε να βοηθήσει δεκάδες χιλιάδες σκύλους που ζουν σήμερα με την πάθηση, ενώ δεν αποκλείεται μελλοντικά να ωφελήσει ακόμη και τους ανθρώπους.

Ιδιοκτήτες σκύλων με επιληψία κλήθηκαν να συμμετάσχουν σε μια κλινική δοκιμή, που οι επιστήμονες ευελπιστούν ότι θα μπορούσε να προαναγγείλει την ανάπτυξη μιας πιθανής νέας θεραπείας.


Διπλό όφελος

Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης συνεργάζονται στο πλαίσιο του προγράμματος με το Βασιλικό Κολέγιο Χειρουργών της Ιρλανδίας, το οποίο οι επιστήμονες θεωρούν ότι θα μπορούσε να έχει διπλό όφελος, αφού εάν ανακαλυφθεί μια νέα θεραπεία για τους επιληπτικούς σκύλους, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ωφελήσει και τους ανθρώπους που πάσχουν από την ίδια πάθηση. Αν οι προσπάθειες στεφθούν με επιτυχία, πιστεύεται ότι το φάρμακο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία σκύλων που πάσχουν απ’ τη νόσο μέσα σ’ ένα διάστημα μόλις 2 ετών.


«Εξαιρετικά ενθουσιασμένοι» δηλώνουν οι επιστήμονες

Ο Ροντρίγκο Γκουτιέρες Κουιντάνα, ανώτερος κλινικός ιατρός κτηνιατρικής νευρολογίας στη Γλασκώβη, δήλωσε ότι είναι «εξαιρετικά ενθουσιασμένοι» από τη δοκιμή. Ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Αν πετύχει, θα μπορούσε να αλλάξει τη ζωή πολλών επιληπτικών σκύλων και των ιδιοκτητών τους. Επιπλέον, θα μπορούσε να δώσει πληροφορίες για μελλοντικές κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους».

Υπολογίζεται ότι μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο περίπου 60.000 σκύλοι πάσχουν από επιληψία, γεγονός που την καθιστά την πιο κοινή νευρολογική πάθηση των σκύλων, ενώ από αυτούς περίπου ένας στους τρεις δεν ανταποκρίνεται στα διαθέσιμα σήμερα φάρμακα κατά των επιληπτικών κρίσεων – ποσοστό παρόμοιο με εκείνο που παρατηρείται και στους ανθρώπους.


«Μακροχρόνιος έλεγχος επιληπτικών κρίσεων χωρίς παρενέργειες»

Περίπου 30 σκύλοι αναζητούνται για να συμμετάσχουν στη δοκιμή, στο πλαίσιο της οποίας θα εξεταστεί η αποτελεσματικότητα ενός φαρμάκου, γνωστού ως Ant-134. Το φάρμακο προορίζεται να μπλοκάρει ένα μονόκλωνο μόριο RNA (microRNA ή miR), που ελέγχει τη διαδικασία σύναψης εντός του εγκεφάλου σε σκύλους με ιδιοπαθή επιληψία.

Το έργο, το οποίο έχει χρηματοδοτηθεί από την αμερικανική φιλανθρωπική οργάνωση “Cure Epilepsy”, επιδιώκει να στηριχθεί σε προηγούμενες έρευνες, που δείχνουν ότι τα miRs συνιστούν έναν δυνητικά πολλά υποσχόμενο τομέα, ο οποίος θα μπορούσε να στοχεύσει στη θεραπεία της νόσου.

Οι ερευνητές αναφέρουν ότι το προϊόν χορηγείται ως μία μόνο ένεση στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό (ENY), εξηγώντας ότι αρχικές δοκιμές που είχαν διενεργηθεί σε άλλα είδη είχαν δείξει «μακροχρόνιο έλεγχο των επιληπτικών κρίσεων χωρίς παρενέργειες».

Photograph by Alina Levkovich/Pexels
Photograph by Alina Levkovich/Pexels

Μαγνητική τομογραφία (MRI)

Προκειμένου να εγκριθεί η συμμετοχή των σκύλων στη μελέτη, θα πρέπει να έχουν διαγνωσθεί με ιδιοπαθή επιληψία μέσω μαγνητικής τομογραφίας και να υποφέρουν από περισσότερες από τέσσερις επιληπτικές κρίσεις τον μήνα, παρά την ακολουθούμενη θεραπεία με χορήγηση δύο φαρμακευτικών σκευασμάτων κατά των επιληπτικών κρίσεων. Επιπλέον, θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 2 ετών, να ζυγίζουν περισσότερα από 5 κιλά και να θεωρούνται κατά τ’ άλλα υγιείς.

Οι ιδιοκτήτες θα πρέπει να πραγματοποιούν αρκετές επισκέψεις στο νοσοκομείο του πανεπιστημίου μέσα σε ένα διάστημα έξι μηνών από την ημέρα της θεραπείας και να τηρούν αρχείο των επεισοδίων επιληπτικών κρίσεων, αποστέλλοντας τις πληροφορίες στους ερευνητές σε μηνιαία βάση.

Οι συμμετέχοντες σκύλοι θα κατανεμηθούν τυχαία σε μία από τις δύο ομάδες – η μία από τις οποίες θα λάβει το φάρμακο, ενώ στην άλλη θα χορηγηθεί ένα πανομοιότυπο εικονικό φάρμακο που δεν περιέχει κανένα από τα ενεργά συστατικά.

Όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, «εάν υπάρχουν ενδείξεις ότι είναι ασφαλές και αποτελεσματικό», το φάρμακο θα χορηγηθεί στο τέλος της μελέτης και στους σκύλους που θα λαμβάνουν αρχικά το εικονικό φάρμακο.

Το ενδιαφέρον για το αποτέλεσμα της μελέτης είναι πιθανό να αυξηθεί περαιτέρω, τόσο λόγω του αριθμού των σκύλων με επιληψία, όσο και από το γεγονός ότι μεγάλο ποσοστό των σημερινών θεραπειών αδυνατούν να κριθούν αποτελεσματικές, ενώ σ’ αυτό πιθανώς θα συμβάλλουν και οι ευρύτερες προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι κτηνίατροι, αλλά και οι ιδιοκτήτες σκύλων που πάσχουν, καθώς οι πρώτοι αδυνατούν να θεραπεύσουν την πάθηση και οι δεύτεροι δυσκολεύονται στη διαχείρισή της.


Ανάγκη για μεγαλύτερη υποστήριξη

Έρευνα του RVC, που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο, υπογράμμισε την ανάγκη για μεγαλύτερη υποστήριξη, τόσο για τους κτηνιάτρους όσο και για τους ιδιοκτήτες κατοικίδιων ζώων, καθώς και για σαφέστερη επικοινωνία μεταξύ των δύο μερών.

Όταν έγινε η δημοσίευση, η Ρουίνα Πάρκερ, λέκτορας στη συμπεριφορά και την επιστήμη της ευζωίας των ζώων συντροφιάς, προέτρεψε τους επαγγελματίες να επιδιώξουν «αμοιβαία κατανόηση» κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεών τους. «Η επιληψία είναι μια δύσκολη κατάσταση στη διαχείριση τόσο για τους ιδιοκτήτες σκύλων όσο και για τους κτηνιάτρους», προσέθεσε και συνέχισε: «Η σφυρηλάτηση ισχυρών, εμπιστευτικών συνεργασιών φροντίδας μεταξύ ιδιοκτητών και κτηνιάτρων είναι το κλειδί για τη διατήρηση της ευημερίας και των τριών μελών του “τριγώνου της θεραπείας” – των πασχόντων σκύλων, των ιδιοκτητών και των κτηνιάτρων.


Χρονοδιάγραμμα αποτελεσμάτων

Ο Δρ Κουιντάνα δήλωσε ότι η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης αναμένει ότι θα έχει τα αποτελέσματα από την τρέχουσα δοκιμή εντός 18 μηνών έως δύο ετών και προσέθεσε: «Αν όλα πάνε καλά, το σχέδιό μας είναι να ζητήσουμε άδεια, χρησιμοποιώντας τα αποτελέσματα της δοκιμής, για να αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε τη θεραπεία σε επιληπτικούς σκύλους». Στη συνέχεια, ο επιστήμονας συμπλήρωσε, τα αποτελέσματα της δοκιμής τους θα μπορούσαν να βοηθήσουν την οργάνωση των πρώτων δοκιμών σε ανθρώπους.


Πηγή: vettimes.co.uk

Σχετικά Άρθρα

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ