Οι παγκόσμιοι ηγέτες θα συναντηθούν την επόμενη εβδομάδα στο Παρίσι για να συζητήσουν, μεταξύ άλλων, τη χρηματοδότηση για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Θα συζητηθούν επίσης η «πράσινη» ανάπτυξη, το χρέος και οι ιδιωτικές επενδύσεις.
Οι συνομιλίες για ένα παγκόσμιο χρηματοδοτικό σύμφωνο που θα δώσει στις φτωχές χώρες πρόσβαση σε κεφάλαια για να τις βοηθήσει να αντιμετωπίσουν την κλιματική κρίση και να αναπτύξουν τις οικονομίες τους με περιβαλλοντικά βιώσιμους και κοινωνικά δίκαιους τρόπους θα αρχίσουν την επόμενη εβδομάδα στο Παρίσι.
Ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, θα συναντηθεί την ερχόμενη Πέμπτη με δεκάδες παγκόσμιους ηγέτες για να συζητήσουν τη χρηματοδότηση του κλίματος, την «πράσινη» ανάπτυξη, την κρίση χρέους και τη ρύθμιση των επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα. Στις συνομιλίες θα συμμετέχουν οι ηγέτες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς. Ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ρίσι Σούνακ, δεν έχει ακόμη επιβεβαιώσει εάν θα δώσει το παρών.
Ο Μακρόν πιστεύει ότι τα σημερινά συστήματα χρηματοδότησης της ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένης της υπερπόντιας βοήθειας από τις πλούσιες χώρες και της χρηματοδότησης που αποβλέπει στην παροχή βοήθειας στις φτωχές χώρες για να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και να προσαρμοστούν στις επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων, δεν φέρνουν αποτελέσματα.
«Η καταπολέμηση της φτώχειας, η απεξάρτηση της οικονομίας μας από τον άνθρακα, προκειμένου να επιτύχουμε ουδετερότητα έως το 2050, και η προστασία της βιοποικιλότητας είναι στενά συνυφασμένες», δήλωσε ο Γάλλος πρόεδρος, θέτοντας τους όρους της διήμερης συνόδου κορυφής. «Επομένως, πρέπει να συμφωνήσουμε από κοινού στα καλύτερα μέσα αντιμετώπισης αυτών των προκλήσεων στις φτωχές και στις αναπτυσσόμενες χώρες, σε ό,τι έχει να κάνει με το ύψος των επενδύσεων, τη συνολική μεταρρύθμιση των υποδομών, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τα δημόσια και ιδιωτικά ταμεία, και για το πώς θα θέσουμε σε κίνηση μια νέα διαδικασία, συμπλήρωσε ο Εμανουέλ Μακρόν, σύμφωνα με πληροφορίες του Guardian.
Πρωταγωνιστικό ρόλο στις συνομιλίες πρόκειται να διαδραματίσει και η πρωθυπουργός του Μπαρμπάντος, Μία Μότλι. Οι προτάσεις της, γνωστές ως «ατζέντα του Μπρίτζταουν», αποσκοπούν στη σημαντική ενίσχυση της χρηματοδότησης των αναπτυσσόμενων χωρών, ιδίως εκείνων που πλήττονται από την κλιματική κρίση.
Η Μότλι έχει ασκήσει σφοδρή κριτική στην Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και παρόμοια ιδρύματα, τα περισσότερα εκ των οποίων συστάθηκαν τις τελευταίες ημέρες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, χαρακτηρίζοντάς τα ακατάλληλα για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων, όπως η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η έξοδος των κρατών από το χρέος και τη φτώχεια. «Οι απαντήσεις της διεθνούς κοινότητας είναι σήμερα κατακερματισμένες, μερικές και ανεπαρκείς», δήλωσε και προσέθεσε: «Ως εκ τούτου, ζητάμε μια θεμελιώδη αναθεώρηση».
Οι εκκλήσεις από πολλές χώρες για την αναδιαμόρφωση και αναβάθμιση της Παγκόσμιας Τράπεζας, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου, πληθαίνουν. Ο πρώην πρόεδρος Ντέιβιντ Μάλπας, ο οποίος διορίστηκε το 2019 από τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, παραιτήθηκε νωρίτερα φέτος, έπειτα από την όξυνση της διαμάχης για τις έκδηλα σκεπτικιστικές απόψεις του αναφορικά με το κλίμα.
Η σύνοδος κορυφής της ερχόμενης εβδομάδας θα αποτελέσει την πρώτη μεγάλη διεθνή «εξόρμηση» για τον διάδοχό του, Ατζάι Μπάνγκα. Ο Μπάνγκα, πρώην τραπεζίτης της Citigate και πρώην διευθύνων σύμβουλος της Mastercard, θεωρείται πιθανό να «ανοίξει» το ίδρυμα σε ευρύτερες συνεργασίες με ιδιώτες επενδυτές και να αλλάξει τη στάση της τράπεζας απέναντι στο κλίμα και τις συνδεόμενες με αυτό κρίσεις.
Παρά ταύτα, σύμφωνα με πληροφορίες του Guardian, δεν είναι ακόμη γνωστό πόσο πιθανό είναι να συμφωνήσει με τις εκκλήσεις της Μότλι για πλήρη αναδιάρθρωση, στην οποία περιλαμβάνονται η στόχευση νέων επενδύσεων ύψους 1 εκατ. δολαρίων στις φτωχότερες χώρες, 3 εκατ. δολαρίων ή περισσότερο για τη χρηματοδότηση του κλίματος σε παγκόσμιο επίπεδο, η ελάφρυνση του χρέους για τα πιο υπερχρεωμένα έθνη και η μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση για τα επόμενα 30 χρόνια για την οικοδόμηση ανθεκτικότητας στις κλιματικές επιπτώσεις.
Ο Πάτρικ Βερκούγιεν, διευθύνων σύμβουλος του Παγκόσμιου Κέντρου Προσαρμογής (στην κλιματική αλλαγή), δήλωσε ότι απαιτείται θεμελιώδης αλλαγή, επειδή τα σημερινά συστήματα υπερπόντιας βοήθειας και χρηματοδότησης της ανάπτυξης δεν αποδίδουν αποτελέσματα στις κρίσεις που αντιμετωπίζει ο κόσμος, μεταξύ των οποίων η φτώχεια, το κλίμα, η παροχή τροφίμων και η βιοποικιλότητα.
«Πρέπει να ταρακουνήσουμε το ισχύον σύστημα και να μεταρρυθμίσουμε πλήρως μεγάλο μέρος του πώς λειτουργούσε η χρηματοδότηση της ανάπτυξης κατά το παρελθόν. Αυτό το επανασχεδιασμένο και αναμορφωμένο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα θα αναστέλλει την αποπληρωμή των χρεών όταν “χτυπάει” μια φυσική καταστροφή, και παράλληλα θα χρησιμοποιεί τον ισολογισμό των πολυμερών τραπεζών για να μοχλεύσει τη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα για την οικοδόμηση ανθεκτικότητας έναντι της καταστροφής του κλίματος», δήλωσε ο Πάτρικ Βερκούγιεν, αναφέρει ο Guardian.
Ενόσω ο κόσμος προσπαθεί να ανταπεξέλθει σε σοβαρές ελλείψεις τροφίμων, με περισσότερους από 250 εκατομμύρια ανθρώπους να αντιμετωπίζουν οξεία επισιτιστική ανασφάλεια, η οποία επιδεινώνεται από την κλιματική κρίση, η πείνα πρέπει αδιαμφισβήτητα κι αυτή να βρίσκεται ανάμεσα στα βασικά θέματα που θα συζητηθούν στο Παρίσι. Ο Αλβάρο Λάιο, πρόεδρος του Διεθνούς Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης, δήλωσε: «Αυτή η σύνοδος κορυφής προσφέρει μια αργοπορημένη ευκαιρία να επανεξεταστούν οι κανόνες της διεθνούς χρηματοδότησης, που επιβαρύνουν τους οικονομικά αδύναμους του κόσμου και που αγνοούν την τεράστια συμβολή τους στην παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια και την παγκόσμια σταθερότητα. Πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος για να λειτουργήσει ως καταλύτης για τις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα σε μαζική κλίμακα. Η δημόσια χρηματοδότηση από μόνη της δεν μπορεί να προσφέρει τα 330 δισ. δολάρια που απαιτούνται για την εξάλειψη της πείνας έως το 2030».