Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει μια νέα επιστημονική έκθεση για την ατμοσφαιρική ρύπανση, η οποία δείχνει ότι το 2022 η ποιότητα του αέρα ήταν καλή σε μόλις 13 χώρες και περιοχές παγκοσμίως, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Ρέιτσελ Ραμίρεζ του CNN.
Ειδικότερα, η ελβετική εταιρεία τεχνολογίας για τον έλεγχο της ποιότητας του αέρα, IQAir, η οποία ειδικεύεται στην προστασία από ατμοσφαιρικούς ρύπους και δραστηριοποιείται στην ανάπτυξη προϊόντων παρακολούθησης και καθαρισμού του αέρα, διαπίστωσε ότι σχεδόν το 90% των χωρών και των περιοχών που αναλύθηκαν αποκλίνει από την κατεύθυνση που είχε θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) αναφορικά με την ποιότητα του αέρα, η οποία είχε σχεδιαστεί με σκοπό οι κυβερνήσεις να δημιουργήσουν κανονισμούς για την προστασία της δημόσιας υγείας.
Όσον αφορά την έκθεση, η IQAir ανέλυσε την ποιότητα του αέρα σε 131 χώρες, διαπιστώνοντας ότι μόλις έξι χώρες – η Αυστραλία, η Εσθονία, η Φινλανδία, η Γρενάδα, η Ισλανδία και Νέα Ζηλανδία, και επτά περιοχές στον Ειρηνικό και την Καραϊβική, συμπεριλαμβανομένου του Γκουάμ και του Πουέρτο Ρίκο- ανταποκρίθηκαν στις κατευθυντήριες γραμμές που είχε ορίσει ο ΠΟΥ για την ποιότητα του αέρα, σύμφωνα με τις οποίες το μέσο επίπεδο ατμοσφαιρικής ρύπανσης δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 5 μg/m3 (μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο).
Οι χώρες με το μεγαλύτερο πρόβλημα
Οι χώρες που αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα ατμοσφαιρικής ρύπανσης, οι οποίες κατά τις μετρήσεις παρουσίασαν μέσα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης άνω των 50 μg/m3 (10 φορές μεγαλύτερη συγκέντρωση ρύπων από εκείνη που έχει οριστεί από τον ΠΟΥ), είναι οι εξής:
- Τσαντ
- Ιράκ
- Πακιστάν
- Μπαχρέιν
- Μπαγκλαντές
- Μπουρκίνα Φάσο
- Κουβέιτ
- Ινδία
Μάλιστα, η μέση ρύπανση του αέρα στη Δημοκρατία του Τσαντ στην Αφρική αγγίζει τα 89,7 μg/m3, ξεπερνώντας το όριο του ΠΟΥ σχεδόν κατά 18 φορές.
Ειδικότερα, στο πλαίσιο της μελέτης, εξετάστηκαν τα σωματίδια PM2.5, τα οποία συνιστούν τους πιο μικροσκοπικούς και, παράλληλα, υψηλότερης επικινδυνότητας ρύπους. Κατά την εισπνοή, τα εν λόγω σωματίδια εισέρχονται στους πνεύμονες απ’ όπου μπορούν στη συνέχεια να περάσουν στο αίμα, προκαλώντας ή συνεισφέροντας στην εκδήλωση μιας σειράς προβλημάτων υγείας, όπως το άσθμα, ασθένειες του αναπνευστικού και καρδιακές παθήσεις. Για την παραγωγή των σωματιδίων PM2.5 ευθύνονται κατά κύριο λόγο η καύση ορυκτών καυσίμων, οι καταιγίδες σκόνης και οι πυρκαγιές.
Η αυστηροποίηση του πλαισίου από τον Π.Ο.Υ και οι ελλείψεις
Το πλαίσιο για την ατμοσφαιρική ρύπανση αυστηροποιήθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας τον Σεπτέμβριο του 2021, μειώνοντας κατά το ήμισυ την αποδεκτή συγκέντρωση μικροσωματιδίων ρύπων στην ατμόσφαιρα, από 10 μg/m3 σε 5 μg/m3. Η εν λόγω απόφαση πάρθηκε κατόπιν της διαπίστωσης ότι εκατομμύριοι θάνατοι ανθρώπων σχετίζονταν με την ατμοσφαιρική ρύπανση. Ενδεικτικά, το 2016, περίπου 4,2 εκατ. πρόωροι θάνατοι αποδεχθηκε πως συνδέονταν με την εισχώρηση των μικροσωματιδίων, σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ). Ο δε ΠΟΥ, διαπίστωσε πως εάν οι τελευταίες κατευθυντήριες γραμμές είχαν εφαρμοστεί από όταν ανακοινώθηκαν, θα είχαν ενδεχομένως αποφευχθεί περίπου 3,3 εκατ. θάνατοι που σχετίζονται με τη ρύπανση.
Επιπλέον, στην έκθεση υπογραμμίζεται η έλλειψη σταθμών παρακολούθησης στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Αφρική, η Νότια Αμερική και η Μέση Ανατολή, γεγονός που οδηγεί στην έλλειψη δεδομένων για την ποιότητα του αέρα σε αυτές τις περιοχές. Μολονότι η Αφρική σημείωσε βελτίωση στην έκθεση του 2022 συγκριτικά με εκείνη του 2021, η ήπειρος εξακολουθεί να αντιπροσωπεύεται σε μεγάλο βαθμό από μη επαρκή δεδομένα . Σύμφωνα με την IQAir, μόνο 19 από τις συνολικά 54 αφρικανικές χώρες είχαν επαρκή διαθέσιμα δεδομένα από τους σταθμούς παρακολούθησης.
Η Γκλόρι Ντόλφιν Χάμζ, CEO της IQAir της Βόρειας Αμερικής, μιλώντας στο CNN ανέφερε πως κάθε φορά που προστίθεται μια νέα χώρα για την οποία κάποτε δεν υπήρχαν δεδομένα για την ποιότητα του αέρα, όπως συνέβη με το Τσαντ το 2021, οι χώρες αυτές αναπόφευκτα καταλήγουν στην κορυφή της λίστας με τις πιο μολυσμένες.
Ωστόσο, ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια που οι ερευνητές καλούνται να αντιμετωπίσουν είναι, σύμφωνα με την ίδια, «ο τρόπος με τον οποίο οι κυβερνήσεις παρακολουθούν επί του παρόντος την ποιότητα του αέρα». Και εξηγεί: «Αν κοιτάξει κανείς τα λεγόμενα δορυφορικά ή μοντελοποιημένα δεδομένα, η Αφρική υποτίθεται ότι είναι ίσως η πιο μολυσμένη ήπειρος του πλανήτη, αλλά δεν έχουμε αρκετά δεδομένα. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται πολύ περισσότερα δεδομένα για να μπορέσουμε να προσδιορίσουμε ποιες είναι πραγματικά οι πιο μολυσμένες χώρες και πόλεις στον κόσμο». Η ίδια συμπλήρωσε, ακόμα, ότι η πλειοψηφία των κυβερνήσεων τείνει να επενδύει σε όργανα που αποτυγχάνουν να μετρήσουν με την ακρίβεια που απαιτείται τη συγκέντρωση των μικροσωματιδίων στον αέρα.
Τα δεδομένα της έκθεσης για τις ΗΠΑ
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η έκθεση διαπίστωσε ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση βελτιώθηκε σημαντικά το 2022 εν συγκρίσει με το 2021, γεγονός που αποδίδεται σε μία σχετικά ήπια περίοδο πυρκαγιών. Η χειρότερη ποιότητα αέρα στις ΗΠΑ σημειώθηκε στο Κόφιβιλ του Κάνσας, γεγονός που η ελβετική εταιρεία απέδωσε στην ύπαρξη και τη λειτουργία ενός διυλιστηρίου πετρελαίου κοντά στην περιοχή.
Ανησυχητικά δεδομένα προέκυψαν, επίσης, για την περιοχή Κολόμπους στο Οχάιο, την Ατλάντα και το Σικάγο, που καταλαμβάνουν τις κορυφαίες θέσεις στη λίστα των μεγαλουπόλεων με το μεγαλύτερο πρόβλημα στις ΗΠΑ. Οι ερευνητές σημειώνουν ότι υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης σημειώθηκαν και στην Καλιφόρνια, η οποία φιλοξενεί τις 10 από τις 15 πόλεις με τη χειρότερη ποιότητα αέρα, συμπεριλαμβανομένων του Λος Άντζελες και του Σακραμέντο.
Οι κύριες πηγές ατμοσφαιρικής ρύπανσης για το 2022
Οι κύριες πηγές ατμοσφαιρικής ρύπανσης ανά τον κόσμο αποδείχθηκε ότι ήταν οι πυρκαγιές και η καύση ορυκτών καυσίμων για τις μεταφορές και την παραγωγή ενέργειας, που προκαλεί πολύ σοβαρά προβλήματα στις πιο ευάλωτες και περιθωριοποιημένες κοινότητες. Μεταξύ άλλων, η Χάμζ τόνισε: «Οι πυρκαγιές είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη και δημιουργεί επικίνδυνες συνθήκες».
Η Κίνα, η οποία για δεκαετίες βρισκόταν στην κορυφή της λίστας, παρουσίασε βελτιωμένη ποιότητα αέρα το 2022, καθώς σχεδόν το 64% των πόλεων -από τις συνολικά 524 πόλεις που αναλύθηκαν στην ηπειρωτική Κίνα- σημείωσαν μείωση στα ετήσια επίπεδα μικροσωματιδίων PM2.5.
Εντούτοις, η IQAir επισημαίνει ότι η χρήση άνθρακα στην ασιατική χώρα συνεχίζει να αποτελεί μείζον πρόβλημα για το κλίμα και το περιβάλλον, προσθέτοντας ότι, παρά την παρατηρούμενη βελτίωση, καμία από τις κινεζικές πόλεις δεν πληρούσε τις ετήσιες κατευθυντήριες γραμμές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Πέραν, όμως, των πυρκαγιών και της καύσης ορυκτών καυσίμων, καθοριστικό ρόλο στην υποβάθμιση της ποιότητας του αέρα, και στο πρόβλημα της ρύπανσης του περιβάλλοντος εν γένει, διαδραματίζουν και οι πυρκαγιές, οι οποίες τροφοροντούνται από την κλιματική αλλαγή, όπως προσέθεσε η CEO της IQAir. Η δε έκθεση τονίζει ότι οι πυρκαγιές, η εκδήλωση των οποίων έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια, εξαλείφουν με γοργούς ρυθμούς τα όποια θετικά βήματα έχουν σημειώσει οι ΗΠΑ κατά την τελευταία δεκαετία.
Παράλληλα, η Ντόλφιν Χάμζ επεσήμανε ότι οι χώρες πρέπει να διδαχθούν η μία από την άλλη, καθώς -όπως είναι αναμενόμενο- οι χώρες στις οποίες καταγράφηκε η καλύτερη ποιότητα αέρα είναι εκείνες που λαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα που αποσκοπούν στη μετάβαση από ρυπογόνες βιομηχανίες σε πιο «πράσινες» μορφές ενέργειας, όπως η ηλιακή και η αιολική. Συμπλήρωσε, επίσης, ότι είναι σημαντικό να επεκταθούν τα κέντρα ελέγχου της ποιότητας του αέρα, ειδικά σε μειονεκτικές περιοχές. Για παράδειγμα, παρά τον πόλεμο στην Ουκρανία, η έκθεση της IQAir καταδεικνύει ότι το Κίεβο επέκτεινε τα δίκτυα παρακολούθησης του αέρα, συλλέγοντας δεδομένα από αριθμό πόλεων σχεδόν τριπλάσιο συγκριτικά με το 2021.
«Πρέπει να συλλέξουμε περισσότερα δεδομένα. Πρέπει να ενημερώσουμε τους ανθρώπους γι’ αυτά και η πρόσβαση σε αυτά να είναι ελεύθερη και δωρεάν, ώστε (οι κυβερνήσεις) να μπορούν να λαμβάνουν πιο ενημερωμένες αποφάσεις», ανέφερε καταλήγοντας η CEO της εταιρείας.
Πηγή: CNN